Παράδοξα, γκρίζες ζώνες, αμφισβητούμενες πρακτικές, αδράνεια και λειτουργική δομή να παραμένει στάσιμη θυμίζοντας περασμένες δεκαετίες χαρακτηρίζουν πολλές εκφάνσεις της κεντρικής τράπεζας της χώρας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) είναι η μόνη κεντρική τράπεζα στην Ευρώπη που ασκεί εμπορικές δραστηριότητες (και ταυτόχρονα εποπτεύει το τραπεζικό σύστημα), εμφανίζει κέρδη και ούσα εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών μοιράζει τα κέρδη της στους μετόχους της.
Εχοντας σύμβαση με το υπουργείο Οικονομικών η ΤτΕ παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες! Μέσω της διαχείρισης του Κοινού Κεφαλαίου που αποτελείται από τμήμα των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων και άλλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, η ΤτΕ διαχειρίζεται πολλά δισεκατομμύρια για τα οποία εισπράττει προμήθειες πολλών εκατ. ευρώ.
Το γιατί η ΤτΕ εξακολουθεί το 2007 να διαχειρίζεται κεφάλαια, με ποια διαδικασία έχει επιλεγεί, ποιοι είναι οι όροι της σύμβασης, ποια είναι η αμοιβή της είναι ιδιαίτερα σοβαρά, αλλά ομιχλώδη ζητήματα.
Το σημαντικότερο όλων ωστόσο είναι η ολοφάνερη στρέβλωση που προκαλεί η κατάσταση αυτή: σε μια ελεύθερη αγορά ο εποπτεύων ασκεί υπηρεσίες που κανονικά θα έπρεπε μόνο να εποπτεύει. Η ΤτΕ ανταγωνίζεται τις εμπορικές τράπεζες και στο κομμάτι της διαχείρισης ενεργεί ταυτόχρονα και σαν διαιτητής και σαν παίκτης!
Δεν αμφισβητεί κανείς ότι το 1997 όταν δημιουργήθηκε το Κοινό Κεφάλαιο στόχος των υπευθύνων ήταν η διασφάλιση των κεφαλαίων των Ταμείων και έτσι επελέγη η ΤτΕ. Ωστόσο, από τότε πολλά έχουν αλλάξει και το γεγονός ότι η πολιτεία και η ΤτΕ δεν λαμβάνουν καμία πρωτοβουλία να «θεραπεύσουν» αυτήν τη δυσλειτουργία δημιουργεί απορίες.
Πέπλο μυστηρίου καλύπτει και τις διαχειριστικές πρακτικές και τον τρόπο αποτίμησης του Κοινού Κεφαλαίου. Κάθε εξάμηνο η ΤτΕ ανακοινώνει την απόδοση του Κοινού Κεφαλαίου, υπογραμμίζοντας ότι επιτυγχάνει επιδόσεις που είναι από τις υψηλότερες στην Ευρωζώνη. Πέραν τούτου ουδέν. Τι κινήσεις έγιναν και κυρίως πώς προσδιορίζεται η αποτίμηση αποτελούν «κρατικό μυστικό». Διαχειριστές τραπεζών, πολλές φορές, τρίβουν τα μάτια τους με τις αποδόσεις που επιτυγχάνει το Κοινό Κεφάλαιο και περιορίζονται σε εικασίες για το πώς μπορεί να επιτεύχθηκαν.
Και όσο περισσότερο κοιτά κανείς στα ενδότερα της ΤτΕ τόσο αυξάνονται τα παράδοξα. Μεγαλύτερος μέτοχος της Τράπεζας της Ελλάδος είναι τα σφαλιστικά Ταμεία, τα οποία ελέγχουν περίπου το 21% των μετοχών της. Μέρος των κεφαλαίων των ασφαλισμένων είναι... επενδεδυμένα στη μετοχή της κεντρικής τράπεζας, δηλαδή ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού. Μόνο στην Ελλάδα θα μπορούσε να συμβαίνει: η κεντρική τράπεζα συγκαλεί κάθε χρόνο συνέλευση των μετόχων της, για να υπογραμμίσει την καλή πορεία των κερδών της (μέρος των οποίων είναι έσοδα από τη διαχείριση των κεφαλαίων των ταμείων) και να μοιράσει τα κέρδη στους μετόχους της. Δηλαδή και στα Ταμεία!
Η περιουσία των Ταμείων και η μεγιστοποίησή της ανέκαθεν ήταν πολύ χαμηλά στις προτεραιότητες του ελληνικού κράτους, το οποίο μέσω των φορέων του εκμεταλλεύεται για ιδίον όφελος και με τρόπο προκλητικό τα κεφάλαια των ασφαλισμένων.
Από το 1950 και μετά και για δεκαετίες τα κεφάλαια των ταμείων έπρεπε υποχρεωτικά να κατατεθούν σε άτοκους λογαριασμούς στην ΤτΕ. Με τα κεφάλαια των εργαζομένων χρηματοδοτήθηκε το δημόσιο χρέος και εν πολλοίς η ανάπτυξη της χώρας με βαρύ όμως τίμημα: η άτοκη «αξιοποίηση» των κεφαλαίων των Ταμείων οδήγησε στην απαξιωσή τους και στη σημερινή ένδεια.
Ταυτόχρονα τα Ταμεία με... δημοκρατικές διαδικασίες υποχρεώθηκαν να αγοράσουν μετοχές της ΤτΕ. Οχι βέβαια γιατί η μετοχή της κεντρικής τράπεζας ήταν επενδυτική ευκαιρία, αλλά για να την ελέγχει το Δημόσιο με τα... λεφτά των άλλων. Ετσι το Δημόσιο αν και κατέχει μόνο το 6,5% των μετοχών της ΤτΕ την ελέγχει μέσω των Ταμείων, τα οποία δεν μπορούν να ρευστοποιήσουν μετοχές τραπεζών παρά μόνο αν εγκρίνει την πώληση ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος.
Και μόνο το γεγονός ότι στην εποχή μας η μετοχή της ΤτΕ είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών αποτελεί μέγα παράδοξο. Σήμερα στην Ευρώπη μόνο η ΤτΕ και η Κεντρική Τράπεζα του Βελγίου είναι εισηγμένες. Οταν προτάθηκε παλαιότερα στην πολιτική ηγεσία να προχωρήσει στην απόκτηση των μετοχών της ΤτΕ ανταλλάσοντάς τες με μετοχές της Εθνικής Τράπεζας (τότε το Δημόσιο κατείχε το 20% της Εθνικής) ώστε να προχωρήσει στην διαγραφή της ΤτΕ από το Χ.Α., το ΥΠΕΘΟ απέρριψε την εισήγηση. Η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, εκφράζοντας με συνέπεια τη διαχρονική αδιαφορία της Πολιτείας για τη χάραξη μακροπρόθεσμης στρατηγικής για το μελλον, προτίμησε να «γεμίσει» βραχυχρόνια τα ταμεία, πουλώντας σε ξένους το 10% της Εθνικής, αφήνοντας για τις επόμενες γενεές το πρόβλημα.
ΑπαρχαιωμένηΠριν από τη δεκαετία του 1990 η συμμετοχή της ΤτΕ στην οικονομία ήταν κυρίαρχη. Δεν ασκούσε μόνο εποπτεία στις τράπεζες, αλλά τις όριζε: καθόριζε πόσα κεφάλαια θα δοθούν μέσω δανείων στην οικονομία, σε ποιους κλάδους. Επίσης, ασκούσε νομισματική πολιτική, έλεγχε το συνάλλαγμα, ασκούσε εμπορικές δραστηριότητες και πολλά άλλα. Το μοντέλο λειτουργίας και η δομή της ήταν τέτοια ώστε να ελέγχει απόλυτα την οικονομία. Από τότε άλλαξαν πολλά. Η Ελλάδα πέτυχε τη νομισματική ένωση, καταργήθηκε η δραχμή, απελεθερώθηκε το τραπεζικό σύστημα. Αλλαγές ιστορικής σημασίας που μετέβαλλαν δραστικά την αποστολή, τις ευθύνες και τον ρόλο της κεντρικής τράπεζας. Ελάχιστα όμως έγιναν για την προσαρμογή της ΤτΕ στις νέες συνθήκες.
Σήμερα η ΤτΕ έχει υπεράριθμο προσωπικό, το οποίο παλιά ασχολούνταν με δραστηριότητες που σήμερα έχουν καταργηθεί. Το υπεράριθμο προσωπικό και τα ανελαστικά έξοδα (τα οποία αυξάνουν με υψηλό ρυθμό κάθε χρόνο) δεν επιτρέπουν την επαρκή ενίσχυση του κρίσιμου τομέα της εποπτείας, που απαιτεί υψηλής εξειδίκευσης επιστημονικό δυναμικό.
Η ΤτΕ απασχολεί σήμερα 2.804 άτομα μόλις 280 λιγότερους από την 1/1/2001 όταν η έλευση του ευρώ άλλαξε τα πάντα. Η Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας η γνωστή Bundesbank ξεκίνησε από το 1991 τη σταδιακή προσαρμογή της στα νέα δεδομένα: τότε απασχολούσε 16.500 εργαζομένους και διέθετε 202 καταστήματα. Δέκα χρόνια μετά όταν το ευρώ έμπαινε στη ζωή μας το προσωπικό της γερμανικής τράπεζας είχε περιοριστεί στους 14.800 και τα κασταστήματα στα 127. Σήμερα η Bundesbank διαθέτει 47 καταστήματα και 10.700 εργαζόμενους.
Το 2006 η διοίκηση της ΤτΕ ανακοίνωσε ένα Σχέδιο Δράσης σύμφωνα με τοποίο θα διακόψουν τη λειτουργία τους 10 υποκαταστήματα σταδιακά στο διάστημα 2007 - 2011. Δεν ανακοινώθηκε κανένα κίνητρο για την αποχώρηση δυναμικού που πλέον δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής, και την αντικατάστασή του με νέο αίμα. Επιπλέον για να πετύχει την συγκατάθεση του συλλόγου εργαζομένων η διοίκηση της ΤτΕ δεσμεύτηκε να «εκσυγχρονίσει» το σύστημα προαγωγών, ενώ προχώρησε σε γενναία αύξηση των επιδομάτων. Την ίδια ώρα που η διοίκηση της ΤτΕ διακηρύσσει την ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστηκότητας, υιοθέτησης ευέλικτων δομών και της συγκράτησης των μισθών, στα του οίκου της πράττει ακριβώς τα αντίθετα.
Σε φθίνουσα πορεία είναι και ο παρεμβατικός ρόλος της. Αν και ο διοικητής, κ. Ν. Γκαργκάνας, εδώ και πολλά χρόνια συχνά πυκνά εμφανίζεται να προειδοποιεί, να ανησυχεί, να συστήνει προσοχή και να υπογραμμίζει την ανάγκη μείωσης των καθυστερήσεων οι εγχώριες εμπορικές τράπεζες εξακολουθούν να εμφανίζουν δείκτη καθυστερήσεων διπλάσιο του μέσου όρου της Ε.Ε. Οι εμπορικές τράπεζες δεν συμμερίζονται την ανησυχία του κ. Γκαργκάνα, γεγονός που δεν φαίνεται να επιφέρει καμία συνέπεια πλην των δημοσίων παραινέσεων.
Του Γιαννη Παπαδογιαννη/ jpapadogiannis@kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου